Griechisch » Deutsch

φτην|ός <-ή, -ό> [ftiˈnɔs] ADJ

I . φτην|αίνω <-υνα> [ftiˈnɛnɔ] VERB trans (κατεβάζω τιμή)

II . φτην|αίνω <-υνα> [ftiˈnɛnɔ] VERB intr (γίνομαι φτηνότερος)

κτήνος [ˈktinɔs], χτήνος [ˈxtinɔs] SUBST nt

1. κτήνος:

Vieh nt

2. κτήνος (ως βρισιά):

φτεν|ός <-ή, -ό> [ftɛˈnɔs] ADJ

I . φτά|νω <-σα, -σμένος> [ˈftanɔ] VERB intr

4. φτάνω (πλησιάζω: χειμώνας κτλ):

II . φτά|νω <-σα, -σμένος> [ˈftanɔ] VERB trans

1. φτάνω (προλαβαίνω, πετυχαίνω, ανέρχομαι σε):

3. φτάνω (γίνομαι ισάξιος με κάποιον):

φτου [ftu] INTERJ

φτύμα [ˈftima] SUBST nt

I . φτύ|νω <-σα, -στηκα, -σμένος> [ˈftinɔ] VERB intr

II . φτύ|νω <-σα, -στηκα, -σμένος> [ˈftinɔ] VERB trans

1. φτύνω (κάποιον, κάτι):

2. φτύνω (βγάζω από το στώμα: κουκούτσι κτλ):

φτέρνα [ˈftɛrna] SUBST f

φτώχια [ˈftɔça] SUBST f

Möchtest du ein Wort, eine Phrase oder eine Übersetzung hinzufügen?

Sende uns gern einen neuen Eintrag.

Seite auf Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский