Griechisch » Deutsch

Übersetzungen für „υπόλοιπο“ im Griechisch » Deutsch-Wörterbuch (Springe zu Deutsch » Griechisch)

υπόλοιπο [iˈpɔlipɔ] SUBST nt

1. υπόλοιπο (γενικά):

υπόλοιπο
Rest m
υπόλοιπο μισθού
το υπόλοιπο nt της διαδρομής

2. υπόλοιπο:

υπόλοιπο WIRTSCH, FIN
Saldo m
υπόλοιπο λογαριασμού
υπόλοιπο λογαριασμού
συνολικό υπόλοιπο
πιστωτικό υπόλοιπο FIN
πιστωτικό υπόλοιπο FIN
ταμιακό υπόλοιπο
χρεωστικό υπόλοιπο
χρεωστικό υπόλοιπο

Beispielsätze für υπόλοιπο

χρεωστικό υπόλοιπο
υπόλοιπο ποσό
υπόλοιπο μισθού
υπόλοιπο λογαριασμού
συνολικό υπόλοιπο
πιστωτικό υπόλοιπο FIN
ταμιακό υπόλοιπο
το υπόλοιπο nt της διαδρομής
υπόλοιπο nt της ποινής

Möchtest du ein Wort, eine Phrase oder eine Übersetzung hinzufügen?

Sende uns gern einen neuen Eintrag.

Seite auf Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский