Griechisch » Deutsch

Übersetzungen für „εξουσιοδότηση“ im Griechisch » Deutsch-Wörterbuch (Springe zu Deutsch » Griechisch)

εξουσιοδότησ|η <-εις> [ɛksusiɔˈðɔtisi] SUBST f

1. εξουσιοδότηση (χορήγηση δικαιώματος):

εξουσιοδότηση
εξουσιοδότηση διδασκαλίας (το δικαίωμα)

2. εξουσιοδότηση (πληρεξουσιότητα):

εξουσιοδότηση
έχει εξουσιοδότηση να το
κατ' εξουσιοδότηση
γενική εξουσιοδότηση
εξουσιοδότηση για διαπραγμάτευση
εξουσιοδότηση είσπραξης

Beispielsätze für εξουσιοδότηση

εξουσιοδότηση f είσπραξης
εξουσιοδότηση f υπογραφής
εξουσιοδότηση διδασκαλίας (το δικαίωμα)
κατ' εξουσιοδότηση
γενική εξουσιοδότηση
εξουσιοδότηση είσπραξης
έχει εξουσιοδότηση να το
εξουσιοδότηση για διαπραγμάτευση

Möchtest du ein Wort, eine Phrase oder eine Übersetzung hinzufügen?

Sende uns gern einen neuen Eintrag.

Seite auf Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский